Δημοτικού Σύμβουλου Άργους Μυκηνών
Το μεγάλο στοίχημα της «επόμενης ημέρας» , μετά τα μνημόνια , για την Ελληνική οικονομία, είναι η ανάπτυξη. Περίπου τέσσερα χρόνια μετά την ολέθρια επιλογή, να οδηγηθεί η χώρα χειροπόδαρα δεμένη στην αρπάγη των μνημονιακώνσυμβάσεων, ανεξάρτητα από την αναγκαιότητα
μεταρρυθμίσεων, η εθνική μας οικονομία βρίσκεται πλέον σε οριακό σημείο.
Η παρατεταμένη ύφεση έχει ήδη «καταπιεί» το 25 % του εθνικού μας πλούτου, η ανεργία ξεπερνά το 28 % του ενεργού πληθυσμού της πατρίδας μας (και ιδίως στις τάξεις των νέων 18-25 ετών, έχει φτάσει στο δραματικό 63 %), το βιοτικό επίπεδο ολοένα και διευρυνόμενων κοινωνικών στρωμάτων συρρικνώνεται επώδυνα, ενώ παρά την άγρια υπερφορολόγηση και τις πρωτοφανείς θυσίες των πολιτών, το δημόσιο χρέος από το 129 % του ΑΕΠ , που ήταν στην έναρξη της κρίσης, έχει πια εκτοξευθεί στο 175 % και συνεχίζει ακάθεκτο την ανεξέλεγκτη ανοδική τροχιά του.
Μπροστά σε αυτή, την από κάθε άποψη, δύσκολη πραγματικότητα, που με τις σαρωτικές επιπτώσεις της ανέδειξε ανάγλυφα όλες τις δομικές ανεπάρκειες και τις συστημικές αδυναμίες του παραγωγικού προτύπου, που κυριάρχησε στη χώρα τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, προβάλλει επιτακτική και επείγουσα η ανάγκη για την αλλαγή του αναπτυξιακού μοντέλου της Ελληνικής οικονομίας. Η Ελλάδα για να προχωρήσει μπροστά, χρειάζεται βαθιές διαρθρωτικές αλλαγές στο οικονομικό της σύστημα, ριζοσπαστικές θεσμικές μεταρρυθμίσεις, προπάντων όμως μια «επανάσταση νοοτροπίας» στις συνειδήσεις των ίδιων των πολιτών της, ώστε να μπορέσει να ανταποκριθεί δημιουργικά στις προκλήσεις που τίθενται ενώπιόν της και να αντιμετωπίσει κατά τρόπο μόνιμο και οργανικό τα προβλήματα που επέφερε η κρίση, εξουδετερώνοντας κάθε κίνδυνο υποτροπής τους στο άμεσο ή στο απώτερο μέλλον.
Στην κατεύθυνση αυτή, η εκπόνηση, η επεξεργασία και η απαρέγκλιτη εφαρμογή στην πράξη ενός ολοκληρωμένου Εθνικού Σχεδίου Εθνικής Ανασυγκρότησης, το οποίο να βασίζεται σε ένα σύγχρονο, λειτουργικό και αποτελεσματικό αναπτυξιακό μοντέλο, αναδεικνύεται ως πρωταρχική προτεραιότητα. Στηριγμένο στην ιδιωτική πρωτοβουλία και την ελεύθερη επιχειρηματική δραστηριότητα – που έχουν αποδείξει ιστορικά την υπεροχή τους στην αντιμετώπιση των οικονομικών προβλημάτων των σύγχρονων κοινωνιών -, το νέο αυτό αναπτυξιακό μοντέλο οφείλει να αξιοποιεί τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας, να ενισχύει τη βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικής θέσης της οικονομίας μας, να προωθεί την εξωστρέφεια και να δίνει έμφαση στην επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο, το οποίο στο απαιτητικό παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον της οικονομίας της γνώσης αποτελεί τον κατ’ εξοχήν πλουτοπαραγωγικό πόρο των σύγχρονων εθνών.
Συστατικό στοιχείο, ωστόσο, αυτού του νέου αναπτυξιακού μοντέλου οφείλει να είναι η ενσωμάτωση στις παραμέτρους του της παραδοχής που προκύπτει από τη διαπίστωση ότι οι δυνάμεις της αγοράς από μόνες τους είτε καθυστερούν, είτε – ακόμη – σε κάποιες περιπτώσεις και αδυνατούν να προσαρμοστούν στις διαρκώς μεταβαλλόμενες συνθήκες της οικονομίας και στις ανάγκες της κοινωνίας, και ότι γι’ αυτό είναι απαραίτητο μέσα από στοχευμένες δημόσιες παρεμβάσεις να δοθούν κίνητρα για την αύξηση της κινητικότητας των συντελεστών παραγωγής και την ενδυνάμωση των επενδύσεων, ώστε οι επιδιωκόμενοι στόχοι να επιτευχθούν με τον αποτελεσματικότερο και ταχύτερο δυνατό τρόπο, επ’ ωφελεία της οικονομίας και της κοινωνίας στο σύνολό τους. Στο πλαίσιο μιας τέτοιας προσέγγισης της δημόσιας παρέμβασης στη λειτουργία της αγοράς, όχι με όρους υποκατάστασης, αλλά – αντίθετα – στήριξης και ενίσχυσης της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, ο ρόλος των φορέων , αυτής της παρέμβασης , είτε πρόκειται για το ίδιο το κεντρικό κράτος, είτε για τα διάφορα ΝΠΔΔ, είτε για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, πρέπει να ενταχθεί σε μια διαφορετική λογική από αυτήν του κρατούντος μέχρι πρότινος (και καταρρεύσαντος από τις εσωτερικές αντιφάσεις του) κρατικιστικού προτύπου, και να προσλάβει εντελώς διαφορετικό χαρακτήρα.
Σε ένα τέτοιο αναμορφωμένο αναπτυξιακό μοντέλο, στο οποίο η ιδιωτική πρωτοβουλία θα αποτελεί τον κυρίαρχο παράγοντα, ο ρόλος ειδικά της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στη συλλογική εθνική αναπτυξιακή προσπάθεια, επακριβώς προσδιορισμένος και σαφώς οριοθετημένος, δεν μπορεί παρά να είναι διακριτός και σημαντικός. Να εντάσσεται οργανικά σε ένα καλά αρθρωμένο μακροχωρικό σχέδιο, στο πλαίσιο του οποίου οι δράσεις του Δήμου να είναι συμβατές με εκείνες της Περιφέρειας και οι δράσεις της Περιφέρειας να είναι συμβατές με εκείνες του κεντρικού Κράτους. Έτσι ώστε να αποφεύγονται αλληλεπικαλύψεις αρμοδιοτήτων και συγκρούσεις προτεραιοτήτων και να αποτρέπονται φαινόμενα αλληλοεξουδετέρωσης και αλληλοαναίρεσης σχεδιασμών και προγραμμάτων, που και σε σπατάλη πολύτιμων σπανιζόντων πόρων οδηγούν, αλλά και το τελικό οικονομικό αποτέλεσμα της όποιας προσπάθειας ζημιώνουν.
Το σημείο-κλειδί σε αυτή τη νέα προσέγγιση του αναπτυξιακού ρόλου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, είναι η ανάδειξη της συμβολής της στην Ολοκληρωμένη Τοπική Ανάπτυξη. Δηλαδή στην ανάπτυξη σε επίπεδο τοπικής μικροκλίμακας, η οποία θα αξιοποιεί τα παραγωγικά, τα κοινωνικά και τα περιβαλλοντικά πλεονεκτήματα της κάθε περιοχής, διατυπώνοντας προτάσεις που θα είναι βιώσιμες και ανταγωνιστικές και που θα συνθέτουν ένα πλήρες πλέγμα παρεμβάσεων οι οποίες θα επενεργούν προωθητικά και διευκολυντικά στην ανάληψη παραγωγικών πρωτοβουλιών από τους πολίτες, ενώ συνάμα θα διαμορφώνουν ένα ελκυστικό επιχειρηματικό περιβάλλον για την προσέλκυση νέων επενδύσεων. Πρόκειται για έναν ριζικά νέο ρόλο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Η οποία αντί να επιδίδεται σε (ατυχείς) αυτοσχεδιασμούς παριστάνοντας κατά τρόπο συνήθως αποτυχημένο τον «επιχειρηματία», ή, ακόμη χειρότερα, αντί να περιορίζεται σε έναν ρόλο διαχειριστή της ελάχιστης και πάντως ανεπαρκούς σε κάθε περίπτωση κρατικής επιχορήγησης, καλείται να μετασχηματιστεί σε στρατηγείο σχεδιασμού και παραγωγής εσόδων για τους πολίτες της περιοχής της, ουσιαστικοποιώντας την παρέμβασή της στη συλλογική εθνική αναπτυξιακή προσπάθεια και αναδεικνύοντας το δημιουργικό δυναμισμό της τοπικής της κοινωνίας.
Για να μπορέσει η Τοπική Αυτοδιοίκηση να εκπληρώσει την πολυσήμαντη, όσο και κρίσιμη, αυτή λειτουργία της στο πλαίσιο της καινούργιας αρχιτεκτονικής του νέου αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας, είναι αναγκαίο να αναπροσανατολίσει δυναμικά την παρέμβασή της σε νέα πεδία δραστηριότητας. Να υιοθετήσει νέα θεσμικά εργαλεία και να εφαρμόσει λεπτομερώς επεξεργασμένες Στρατηγικές Οικονομικής Ανάπτυξης, που να έχουν ως ακρογωνιαίο λίθο την πολλαπλή υποστήριξη της επιχειρηματικότητας και ως κεντρική επιδίωξη τη δημιουργία των οικονομικά βιώσιμων Δήμων του μέλλοντος. Στην κατεύθυνση αυτή, η Τοπική Αυτοδιοίκηση μπορεί να αναλάβει πρωτοβουλίες:
Για την πραγματοποίηση στην περιοχή της αρμοδιότητάς της όλων εκείνων των απαραίτητων σύγχρονων έργων υποδομής της ανάπτυξης, που αποτελούν προϋπόθεση κάθε βιώσιμης αναπτυξιακής προσπάθειας. Τα έργα αυτά, μπορούν να υλοποιηθούν είτε με την αξιοποίηση των λίγων, πλέον, εγχώριων ή κυρίως των Ευρωπαϊκών δημόσιων πόρων, είτε με την προσέλκυση και συνεργασία ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων, μέσα από ευέλικτα και αμοιβαίως επωφελή σχήματα σύμπραξης των Δήμων με τους φορείς της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Για την προώθηση δράσεων διαρκούς αναβάθμισης του ανθρώπινου κεφαλαίου στην περιοχή αρμοδιότητάς της, με τη στήριξη – σε συνεργασία με το κράτος και την ιδιωτική πρωτοβουλία – δομών διά βίου μάθησης, εξειδίκευσης, κατάρτισης και επιμόρφωσης, σε γνωστικά πεδία συμβατά με την παραγωγική δομή και τις αναπτυξιακές προτεραιότητες της τοπικής οικονομίας και κοινωνίας. Η επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο αποτελεί ζωτικής σημασίας προαπαιτούμενο για κάθε αναπτυξιακή προσπάθεια που φιλοδοξεί να είναι ανταγωνιστική, αποτελεσματική και διατηρήσιμη.
Για το συντονισμό και την ενθάρρυνση της συνεργασίας των αγροτών-παραγωγών, των συνεταιρισμών και των ιδιωτών επιχειρηματιών, ώστε να γίνει πράξη ο εκσυγχρονισμός της γεωργικής παραγωγής, να ενισχυθεί η επεξεργασία και η τυποποίηση των τοπικών αγροτικών προϊόντων και να στηριχθεί η μεγαλύτερη δυνατή διείσδυσή τους στην εγχώρια και τις διεθνείς αγορές. Μέσα από σύγχρονες δομές επιστημονικής και συμβουλευτικής στήριξης, έγκυρης πληροφόρησης για τις τάσεις των αγορών και ενημέρωσης για τα προσφερόμενα χρηματοδοτικά εργαλεία, η Τοπική Αυτοδιοίκηση μπορεί να υποστηρίξει αποτελεσματικά την ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα.
Για την ενεργό υποβοήθηση της συνεργασίας μεταξύ των διαφόρων επαγγελματικών κλάδων, επιχειρήσεων και ενδιαφερόμενων μερών της περιοχής αρμοδιότητάς της, ώστε να αναπτυχθούν σύγχρονες συνέργειες για την προς τα έξω προβολή της περιοχής, την προώθηση των τοπικά παραγόμενων προϊόντων και υπηρεσιών και την ενθάρρυνση (όπου αυτό είναι δυνατό) κοινών δράσεων στο πεδίο της προμήθειας πρώτων υλών, κτλ. Η διαμόρφωση μιας τέτοιας συναντίληψης συνεργασίας μεταξύ του παραγωγικού δυναμικού του Δήμου μόνο θετικές πολλαπλασιαστικές επιδράσεις μπορεί να έχει στη συνολική προσπάθεια για την ανάπτυξη της κάθε περιοχής.
Για την ανάπτυξη μιας νέας «επιχειρηματικής κουλτούρας και ηθικής» μεταξύ των επιχειρηματικών φορέων και ευρύτερα των κατοίκων της περιοχής, η οποία θα συμβάλει στη δημιουργία του κατάλληλου «θετικού κλίματος» για την αύξηση της δεκτικότητας της τοπικής κοινωνίας απέναντι σε επιχειρηματικές δραστηριότητες που θα διακρίνονται από δημιουργικότητα, νέες τεχνολογικές εφαρμογές, καινοτόμες ιδέες και υψηλό κύρος, που αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για την προώθηση και την προσέλκυση νέων επενδύσεων.
Για την αποτελεσματική στήριξη της νεανικής επιχειρηματικότητας μέσα από ένα οργανωμένο πλέγμα ενισχυτικών δράσεων, που θα περιλαμβάνει την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών, τεχνογνωσίας και οργανωσιακής εμπειρίας, σε θέματα επαγγελματικού προσανατολισμού, ίδρυσης νέων επιχειρήσεων, τρόπων χρηματοδότησης, μεθόδων προβολής και διάθεσης προϊόντων και υπηρεσιών. Μόνον έτσι θα ουσιαστικοποιηθεί η προσπάθεια μείωσης της ανεργίας των νέων και αξιοποίησης του παραγωγικού τους δυναμισμού, επ’ ωφελεία των ίδιων και της τοπικής οικονομίας. Διαφορετικά, η επανάπαυση σε «παθητικά» μέτρα πρόσκαιρης καταπολέμησης της ανεργίας, μπορεί να ανακουφίζει προσωρινά την επαγγελματική τους αβεβαιότητα, ωστόσο όχι μόνο δεν λύνει το πρόβλημα, αλλά το μετατοπίζει στο χρόνο και το επαναφέρει σε κατοπινότερη φάση ακόμη οξύτερο.
Για την ενθάρρυνση και την υποστήριξη παρεμβάσεων με στόχο τη διαφύλαξη και τη βελτίωση των διαθέσιμων φυσικών πόρων και του περιβάλλοντος της περιοχής αρμοδιότητας του Δήμου, μέσω συνδυασμένων δράσεων για την αναβάθμιση των λειτουργιών των αστικών κέντρων, την προστασία του φυσικού αποθέματος, την ανάπτυξη της ανακύκλωσης, κτλ. Μέσα από τέτοιες δράσεις, στις οποίες θα πρέπει να επιδιώκεται η ενεργός συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας και των οργανωμένων συλλογικοτήτων της, πέραν από το αμιγώς περιβαλλοντικό όφελος, μπορούν να προκύψουν και σημαντικές ευκαιρίες οικονομικών δραστηριοτήτων συμβατών με το δυναμικά ανερχόμενο νέο πεδίο της λεγόμενης «πράσινης ανάπτυξης», που όσο και αν η συνθηματολογική της κατάχρηση στο πρόσφατο παρελθόν στη χώρα μας την απαξίωσε, δεν παύει να αποτελεί έναν πολλά υποσχόμενο μελλοντοστραφή τομέα οικονομικής αξιοποίησης.
Μέσα στις συνθήκες της βαθειάς, πολύπλευρης και παρατεταμένης κρίσης , στην οποία είναι εγκλωβισμένη η εθνική μας οικονομία, μόνο μια δραστική ώθηση της αναπτυξιακής της απογείωσης μπορεί να δώσει τέλος στα αδιέξοδα και να ανοίξει νέες προοπτικές ευημερίας για την Ελληνική κοινωνία. Και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την υιοθέτηση ενός νέου αναπτυξιακού μοντέλου, το οποίο χωρίς δογματισμούς και ιδεοληψίες θα διασφαλίζει την απρόσκοπτη δράση της ιδιωτικής επιχειρηματικής πρωτοβουλίας σε συνεργασία και αρμονική συλλειτουργία με τη ρυθμιστική δημόσια παρέμβαση στην οικονομία. Στο πλαίσιο αυτού του μοντέλου, ο ρόλος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης , ως παράγοντα προώθησης της Ολοκληρωμένης Τοπικής Ανάπτυξης , μπορεί και πρέπει να είναι οριοθετημένος, αλλά και αποφασιστικός. Μέσα από παρεμβάσεις όπως αυτές που (ενδεικτικά) προπαρατέθηκαν, οι Δήμοι μπορούν να αναδειχθούν σε στρατηγεία της τοπικής ανάπτυξης και σε θεσμικούς φορείς κινητροδότησης της κινητοποίησης των τοπικών δημιουργικών δυνάμεων, ώστε κατά τρόπο συντονισμένο και αποτελεσματικό η πατρίδα μας να βγει το συντομότερο δυνατό από το σημερινό οικονομικό και κοινωνικό τέλμα.
Οι επικείμενες Δημοτικές Εκλογές αποτελούν μια καλή ευκαιρία να τεθεί στην ατζέντα του δημόσιου διαλόγου και αυτή η (μέχρι τώρα αναξιοποίητη) διάσταση του ρόλου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Απώτερος στόχος αυτού είναι , μέσα από προτάσεις, γόνιμες αντιπαραθέσεις και εν τέλει τις αναγκαίες συνθέσεις, να αναδειχθεί η δυναμική που μπορεί να αναπτύξει η Τοπική Αυτοδιοίκηση ως καθοριστικός συντελεστής της ανάπτυξης της εθνικής μας οικονομίας και κατ’ ακολουθία της αύξησης της κοινωνικής ευημερίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου